Ο πατέρας της ηλεκτρικής εποχής έπασχε από ψυχαναγκαστική διαταραχή, φοβόταν τα σφαιρικά αντικείμενα, είχε εμμονή με τον αριθμό 3 και λάτρευε τα περιστέρια
Τις νύχτες του φθινοπώρου του 1937 οι περαστικοί από τη διασταύρωση της 40ής οδού με την 6η Λεωφόρο, πίσω από τη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης, μπορούσαν ακόμη να δουν στο πάρκο Μπράιαντ μια οικεία για τους περιοίκους μορφή. Ενας πανύψηλος, ξερακιανός, ηλικιωμένος άνδρας, ντυμένος με μαύρο παλιομοδίτικο πανωφόρι, λευκό πουκάμισο με σκληρό κολάρο, γκρίζα σουέντ γάντια και μαύρο καπέλο
Ντέρμπι, στεκόταν ανάμεσα στα περιστέρια. Τα τάιζε, τους μιλούσε, τα χάιδευε, τα άφηνε να κάθονται επάνω του και να γεμίζουν τα ρούχα του με τις ακαθαρσίες τους.
Ο «άνδρας με τα περιστέρια» ήταν ο Νίκολα Τέσλα, ο άνθρωπος στον οποίον οφείλουμε το εναλλασσόμενο ηλεκτρικό ρεύμα και τις ασύρματες επικοινωνίες. Εκείνες οι νύχτες του 1937 ήταν οι τελευταίες που οι Νεοϋορκέζοι θα τον έβλεπαν ανάμεσα στα πουλιά του πάρκου. Ενα ταξί θα έπεφτε επάνω του ενώ περπατούσε, αφηρημένος όπως πάντα, στους δρόμους του Μανχάταν. Παρά τα 81 του χρόνια, ο Τέσλα επέζησε αλλά, ανήμπορος πια, περιορίστηκε στο δωμάτιο 3327 του 33ου ορόφου του ξενοδοχείου Νew Υorker. Μια καμαριέρα τον βρήκε νεκρό το πρωί της 7ης Ιανουαρίου του 1943.
Αν και πολλοί τον θεωρούν τον μεγαλύτερο εφευρέτη του 20ού αιώνα, ο Τέσλα πέθανε παραγνωρισμένος και καταχρεωμένος. Σερβικής καταγωγής, γεννημένος το 1856 στην τότε αυστροουγγρική Κροατία, μετανάστευσε το 1884 στην Αμερική για να κυνηγήσει τις μεγάλες ιδέες του. Ο «κυρίαρχος των κεραυνών» ήταν χαρισματικός μαθητής (έλυνε τις ασκήσεις τόσο γρήγορα ώστε οι δάσκαλοί του τον κατηγορούσαν ότι αντέγραφε) αλλά, σύμφωνα με πανεπιστημιακές πηγές, δεν πήρε ποτέ το πτυχίο του ηλεκτρολόγου μηχανολόγου. Διάβαζε όμως ασταμάτητα- μιλούσε περισσότερες από επτά γλώσσεςκαι είχε μια ιδιαίτερη διαίσθηση σε ό,τι είχε σχέση με τον ηλεκτρισμό. Από την τεράστια συμβολή του στον τομέα αυτόν ελάχιστα είναι γνωστά στο ευρύ κοινό- ίσως η μονάδα μαγνητικής επαγωγής και το πηνίο που φέρουν το όνομά του. Και όμως, αυτός κατασκεύασε τον πρώτο υδροηλεκτρικό σταθμό στους καταρράκτες του Νιαγάρα και, επιμένοντας στις αρετές του εναλλασσόμενου ρεύματος, αποδείχθηκε σωστός στον «Πόλεμο των Ρευμάτων» έναντι του αρχικά συνεργάτη και μετέπειτα άσπονδου εχθρού τουΘωμά Εντισον.
Πραγματικός σόουμαν και αφάνταστα εκκεντρικός ακόμη και για την ελαστική απέναντι στην ιδιορρυθμία εποχή των αρχών του προηγούμενου αιώνα, ο Τέσλα ενσαρκώνει τον κατ΄ εξοχήν «τρελό επιστήμονα» των μυθιστορημάτων και μία από τις περιπτώσεις που περιλαμβάνονται σε μόνιμη βάση στις μελέτες και στα δοκίμια που επιδιώκουν να διερευνήσουν τις σχέσεις της μεγαλοφυΐας με τις ψυχικές παθήσεις. Από τις τελευταίες φαίνεται ότι τον συνόδευαν πολλές. Οι ειδικοί υποστηρίζουν σήμερα ότι έπασχε από ψυχαναγκαστική διαταραχή- κατάσταση μάλλον άγνωστη την εποχή εκείνη- και ότι υπέφερε από συναισθησία και οπτικές και ακουστικές παραισθήσεις. Του αποδίδουν επίσης μια σειρά από εμμονές και φοβίες: Μικροβιοφοβία, αρρωστοφοβία, σφαιροφοβία (φόβος για τα σφαιρικά αντικείμενα), σκοτοφιλία (αγάπη για το σκοτάδι), εμμονή με τον αριθμό 3, περιστεροφιλία.
Στα ξενοδοχεία, όπου έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, ζητούσε πάντοτε δωμάτια με αριθμό που να διαιρείται διά του τρία και, προτού μπει σε ένα κτίριο, έκανε τον γύρο του τετραγώνου τρεις φορές. Απέφευγε τις χειραψίες- συνήθως έδενε τα χέρια πίσω από την πλάτη του- και ακολουθούσε μια αυστηρή τελετουργία στο φαγητό του. Απαιτούσε να τον σερβίρει ο αρχισερβιτόρος, πάντοτε στο ίδιο τραπέζι, το οποίο έπρεπε να στρωθεί ειδικά για αυτόν με καθαρό τραπεζομάντιλο και αποστειρωμένα σερβίτσια. Δίπλα του έπρεπε να υπάρχουν 18 καθαρές πετσέτες τις οποίες χρησιμοποιούσε για να πιάνει κάθε πιάτο ή αντικείμενο. Στο Ρalm Room του παλιού Waldorf Αstoria, όπου έμεινε για πολλά χρόνια, διάφοροι θαυμαστές του συνωστίζονταν για να τον δουν. Εκείνος όμως έτρωγε πάντοτε μόνος, εκτός από τις σπάνιες φορές που ήταν υποχρεωμένος να δειπνήσει με τους συνεργάτες ή τους χρηματοδότες του.
Ο Τέσλα απέφευγε τις κοινωνικές συναναστροφές, όταν όμως αποφάσιζε να μιλήσει λέγεται ότι ήταν εξαιρετικά γοητευτικός. Παρά το γεγονός ότι πολλές κυρίες τον πολιόρκησαν, δεν παντρεύτηκε ποτέ ούτε είχε κάποια ερωτική σχέση- επέμενε ότι η αγνότητα είχε βοηθήσει πολύ τις επιστημονικές του ικανότητες. Επιπλέον, εξαιτίας της σφαιροφοβίας του, δεν άντεχε τη θέα των γυναικείων κοσμημάτων, ιδιαίτερα των μαργαριταριών, ενώ μπορούσε να λιποθυμήσει αν έβλεπε στο πιάτο του ένα ολόκληρο ροδάκινο.
Φωταγωγώντας φαντασμαγορικά την Εκθεση του Σικάγου, αρνούμενος το Νομπέλ για να μην το μοιραστεί με τον Εντισον, «οδηγώντας» τηλεκατευθυνόμενα πλοιάρια, κάνοντας ηλεκτρικές εκκενώσεις και πολύχρωμους σπινθήρες να διαπερνούν το σώμα του, στολίζοντας με αναμμένους ηλεκτρικούς λαμπτήρες το φόρεμα της κυρίαςΒάντερμπιλτ,υποστηρίζοντας ότι επικοινωνεί με Αρειανούς, σχεδιάζοντας την «Ακτίνα Θανάτου», ένα τρομερό όπλο που, ως αποτροπή, θα έσβηνε για πάντα τους πολέμους, προβλέποντας προφητικά πολλές μεταγενέστερες εξελίξεις και προβαίνοντας σε σημαντικές ανακαλύψεις χωρίς ποτέ να εξηγεί το πώς ούτε να επιδιώκει τα εύσημα, ο Νίκολα Τέσλα θεοποιήθηκε και απαξιώθηκε όσο κανείς, όχι μόνο εν ζωή αλλά και μετά θάνατον.
Αν και μεγάλο μέρος της συμβολής του έχει πλέον αναγνωριστεί, αρκετοί επιστημονικοί κύκλοι αρνούνται να τον θεωρήσουν «δικό» τους- φοβούμενοι ίσως το γεγονός ότι πολλοί οπαδοί των παραφυσικών φαινομένων και των UFΟ επικαλούνται τις ιδέες και τις θεωρίες του. Το βέβαιο είναι ότι ελάχιστοι επιστήμονες έχουν εξάψει τόσο τη φαντασία όσο αυτός. Αποτέλεσε την έμπνευση για το«Ο άνθρωπος που έπεσε στη Γη»τουΝίκολας Ρεγκμε πρωταγωνιστή τον Ντέιβιντ Μπάουι, ο οποίος επίσης ενσάρκωσε τον Τέσλα σε μια από τις πιο «μαγικές» απεικονίσεις του στην ταινία «Τhe Ρrestige». ΟΟρσον Γουέλς χρηματοδότησε μια γιουγκοσλαβική κινηματογραφική παραγωγή αφιερωμένη στη ζωή του εφευρέτη, στην οποία υποδύθηκε ο ίδιος τον χρηματοδότη του,Τζ. Π.Μόργκαν.
Οταν, μετά το ατύχημα, ο Τέσλα αναγκάστηκε να μείνει πλέον στο κρεβάτι, προσέλαβε έναν αγγελιαφόρο της Western Union για να ταΐζει τα περιστέρια στο πάρκο. Ως φόρο τιμής ίσως στη μοναδική αγάπη της ζωής του, ένα λευκό θηλυκό περιστέρι για το οποίο είχε εξομολογηθεί στον μετέπειτα βιογράφο τουΤζον Ο΄ Νιλ: «Ταΐζω τα περιστέρια εδώ και χρόνια, χιλιάδες από αυτά...Υπήρξε όμως ένα λευκό περιστέρι, ένα όμορφο πουλί. Ηταν θηλυκό. Το αναγνώριζα οπουδήποτε.Ναι,το αγαπούσα αυτό το περιστέρι, το αγαπούσα όπως ένας άνδρας αγαπά μια γυναίκα.Και με αγαπούσε και εκείνη».
Υποστήριζε ότι το περιστέρι αυτό τον ακολουθούσε παντού, εκείνος το φρόντιζε και, όσο το είχε κοντά του, ήταν ευτυχισμένος, ώσπου μια νύχτα μπήκε στο δωμάτιό του για να τον αποχαιρετίσει επειδή πέθαινε.«Οταν πέθανε»,είπε,«κάτι χάθηκε από τη ζωή μου.Ναι,ταΐζω τα περιστέρια εδώ και χρόνια. Συνεχίζω να τα ταΐζω, χιλιάδες από αυτά,γιατί,στο κάτω κάτω,δεν ξέρεις ποτέ...».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου